Γέννα (ή Λευκός Νάνος)
Αχ αυτό το τομάρι μου Το πηγαινοφέρνω ασταμάτητα Το αποθέτω σε απόστροφους Με τα μηνύγγια μου να ακροβατούν μεταξύ πονοκέφαλου και δεισιδαιμονίας Αυτό το τομάρι μου Το ανθρώπινο σώμα μου προσπαθεί να εξαϋλωθεί να αποτινάξει το προπατορικό αμάρτημα και να γευτεί την ένωση την ηδονή τη σύλληψη και τη γέννα του πνεύματος και της ύλης Να φωνάξει δυνατά: "Είμαι η σιωπή η απόλυτη ησυχία οι άπειρες ευθείες των επιπέδων Είμαι δαφνοστεφανωμένη με έπλασα, με σμίλευσα όπως τον πηλό ή την πέτρα Είμαι το άβατο Είμαι το λείο φεγγάρι Είμαι δροσερή και διάφανη έχω μέσα μου την πλατιά θάλασσα τα κοράλια και τα φύκια τα ψάρια και τους αχινούς Σε διακορεύω με το φως Δεν είμαι για σένα Δε μπορείς να με αγγίξεις Ανελίσκομαι και μέσα μου καίει μία σφαίρα" Κάθε ελεύθερο ον αποδεσμεύει μία πρωτόγνωρη ενέργεια πολλές φορές μάλιστα δημιουργεί είτε καθρέφτες είτε μαύρες τρύπες